ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΑΤΕ! --- ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ "ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΝΕΡΓΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ" --- ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΑΤΕ!
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2014: "Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ"


 Η ασκούμενη πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης στην Ελλάδα (2010-2014) έχει οδηγήσει την ελληνική οικονομία σ’ ένα χαμηλό σημείο τριπλής προσαρμογής (αποπληθωρισμός, ισοσκελισμένο εξωτερικό εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών και μηδενικό περίπου δημοσιονομικό έλλειμμα) στο υπόβαθρο του οποίου ενυπάρχει η αβεβαιότητα εξαιτίας των δυσμενών επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία

Ωστόσο είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το κόστος της προσαρμογής παραμένει εξαιρετικά υψηλό: σημαντική και ραγδαία μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων, ιστορικά υψηλό ποσοστό ανεργίας, αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους,αποδόμηση των λειτουργιών του κρατικού μηχανισμού, υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος και των δημόσιων υποδομών, δραματική επέκταση της φτώχειας και της πολιτιστικής υπανάπτυξης, αποεπένδυση και συρρίκνωση του παραγωγικού και τεχνολογικού δυναμικού, ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, άνιση αναδιανομή του εισοδήματος σε βάρος, ιδιαίτερα, του κόσμου της μισθωτής εργασίας. 


Παρά αυτό το «ολιστικό πλήγμα της εργασίας» που έχει συντελεσθεί, μεταξύ των άλλων, από την ασκούμενη πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης στην Ελλάδα, εντούτοις οι συστάσεις (Ιούλιος 2014) της τρόικας συνεχίζουν με ένα σκληρό και αδιέξοδο τρόπο να αναφέρονται με έμφαση στην αναγκαιότητα αλλαγών στην αγορά εργασίας (αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου, απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, περαιτέρω δυσμενείς αλλαγές στο ασφαλιστικό, μείωση των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών, κλπ), αδιαφορώντας ότι η εμμονή στην παράταση αυτής της ασκούμενης νεοφιλελεύθερης πολιτικής εμποδίζει, όπως έχει αποδειχθεί, την επίτευξη προσδοκιών ανάσχεσης της ύφεσης και μείωσης τόσο της ανεργίας (178.000 άτομα) των νέων (15-24 ετών), όσο και της ανεργίας (359.000 άτομα) των ηλικιωμένων ανέργων (45-64 ετών). 


Επιπλέον, η συνέχιση αυτής της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης θα συντηρήσει, μεταξύ των άλλων, την περιδίνηση της παραγωγής και της κοινωνικής καθίζησης της ελληνικής οικονομίας, με αποτέλεσμα, παρά τις πρωτοφανείς θυσίες για μία ανεπτυγμένη χώρα σε καιρό ειρήνης, να μην είναι ακόμη ορατά τα σημεία μίας διατηρήσιμης μακροχρόνιας ανάκαμψης. 

Έτσι, με αφετηρία αυτά τα δεδομένα, τίθενται τρία σημαντικά ερωτήματα αναφορικά με τις εξελίξεις και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας: 


Πρώτον, η ελληνική οικονομία μετά το τέλος της ύφεσης θα εκκινήσει μία πορεία ταχείας, βραδείας ή μηδενικής ανάκαμψης; 
Διαθέτει όμως η ελληνική οικονομία μετά πέντε χρόνια παραγωγικής και κοινωνικής καθίζησης τις ενδογενείς δυνάμεις που θα την οδηγήσουν σε ανάκαμψη της παραγωγής και της απασχόλησης, σε μείωση της ανεργίας και αύξηση των εισοδημάτων των μισθωτών, σε αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, των επενδύσεων σε δημόσιες υποδομές και στην ανασύσταση του κοινωνικού κράτους;



 Δεύτερον, διαθέτει η ελληνική οικονομία εξωγενείς παράγοντες που μπορούν να διασφαλίσουν μαζί με τις ενδογενείς δυνάμεις την επανεκκίνησή της και να πυροδοτήσουν την ανάκαμψή της; 
Συνιστούν οι λεγόμενες διαρθρωτικές αλλαγές των Μνημονίων το «νέο παραγωγικό μοντέλο» της χώρας μας ή μήπως διαμορφώνουν ένα «νέο αναπτυξιακό καθεστώς» που θα συντηρεί τη στασιμότητα και το οποίο θα καταδικάσει την ελληνική οικονομία σε βραδείς ρυθμούς ανάπτυξης, με αργή αποκλιμάκωση της ανεργίας και με κίνδυνο να αποκτήσει η ελληνική οικονομία μεσομακροπρόθεσμα χαρακτηριστικά υπανάπτυξης; 



Τρίτον, ποιο θα είναι το μέλλον του επιπέδου των εισοδημάτων και του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, της ανεργίας, της αναδιανομής του εισοδήματος, του κοινωνικού κράτους και του φυσικού περιβάλλοντος στα πλαίσια του «νέου αναπτυξιακού καθεστώτος» που προωθούν η τρόικα και η κυβέρνηση; 

Μετά τη σημαντική μείωση των εισοδημάτων των μισθωτών, των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών καθώς και την αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων θα υπάρξει ανάκαμψη του εισοδηματικού μεριδίου των εργαζομένων στο ΑΕΠ; 

Θα πρόκειται για ένα αναπτυξιακό καθεστώς διαρκούς και αυτοσυντηρούμενης ανεργίας, για ένα καθεστώς πλήρους και σταθερής απασχόλησης ή για κάτι ενδιάμεσο με μέσου επιπέδου εισοδήματα και ευέλικτων και προσωρινών μορφών απασχόλησης; 

Βέβαια, το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών καθώς και το δημόσιο έλλειμμα βρίσκονται σε σημείο προσαρμογής, πλην όμως αυτά επετεύχθησαν με μειωμένη απασχόληση, υψηλή ανεργία, αποεπένδυση, κοινωνική καθίζηση και επέκταση της φτώχειας σε ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού. 

Επομένως, το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι εάν κατά τις επόμενες δεκαετίες αυτή η επιδείνωση θα παγιωθεί ως κανονική και «φυσιολογική» κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και των εργαζομένων. 
Εάν δηλαδή η ελληνική κοινωνία θα μετατραπεί σε κοινωνικό σχηματισμό που θα αποδεχθεί τις υψηλές οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες ως μόνιμη και αναπόφευκτη πραγματικότητα, δηλαδή ως διαρθρωτικό και διαρκές χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας. 

Όπως αποδεικνύεται στην Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία και την Απασχόληση του έτους 2014, για να αποφύγει η ελληνική οικονομία τους αργόσυρτους ρυθμούς ανάκαμψης και με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για το επίπεδο των επενδύσεων, της ανεργίας, των εισοδημάτων, των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών, κλπ είναι αναγκαία η επιστροφή των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων καθώς και η βελτίωση των επιδόσεων του εξαγωγικού τομέα με την αναβάθμιση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας και της ανταγωνιστικότητας τιμής, ώστε η επίτευξη του ισοσκελισμένου εμπορικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών να μην λειτουργεί ως φραγμός στην πορεία οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. 

Όμως, για να συμβεί αυτό, απαιτείται ολόκληρη η μείωση (16%) του μοναδιαίου κόστους εργασίας να μεταβιβαστεί στις τιμές, δηλαδή να μετατραπεί σε μείωση των τιμών (15%) των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, προκειμένου οι επιδόσεις του εξωτερικού τομέα να επιτρέπουν την μεγέθυνση του ΑΕΠ χωρίς τη δημιουργία ενός ανεπιθύμητου εξωτερικού ελλείμματος. 

Μία τέτοια μεταβίβαση των μειώσεων του μοναδιαίου κόστους εργασίας στις τιμές σημαίνει σταθεροποίηση του μέσου περιθωρίου κέρδους στα επίπεδα του 2010. 

Σε αντίθετη περίπτωση, η ελληνική οικονομία θα βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μία διαδικασία αργόσυρτης ανάπτυξης, υψηλής ανεργίας και διατήρησης του εισοδηματικού μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ στο σημερινό χαμηλό επίπεδό του ή ισοδύναμα διατήρησης του λόγου κερδών/μισθών σε ιστορικά υψηλό επίπεδο που υπερβαίνει μάλιστα το αντίστοιχο μέγεθος των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Η Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία και την Απασχόληση του έτους 2014, με την επιστημονική ανάλυση και τεκμηρίωση των βασικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας καθώς και της αναγκαιότητας ουσιαστικής και έγκαιρης απομάκρυνσης από την ασκούμενη πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης και της υλοποίησης μίας εναλλακτικής πολιτικής εξόδου από την κρίση, τόσο σε επίπεδο μείγματος, στόχων και περιεχομένου της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, όσο και σε επίπεδο αναπτυξιακού προτύπου, θα επιτύχει τον στόχο της, αποτελώντας πολύτιμο εργαλείο του συνδικαλιστικού κινήματος, των εργαζομένων, των συνταξιούχων και της επιστημονικής κοινότητας της χώρας μας, με την συμβολή της στην κοινωνική διαπραγμάτευση και τη δημόσια συζήτηση για την πορεία της αναπτυξιακής ανόρθωσης και της κοινωνικής ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας. 

Παράλληλα, θεωρώντας ότι η Έκθεση συνιστά μία συγκροτημένη μεθοδολογικά και τεκμηριωμένη επιστημονικά ανάλυση των κοινωνικο-οικονομικών και δημοσιονομικών πτυχών της ελληνικής οικονομίας, του προγράμματος της εσωτερικής υποτίμησης, της απασχόλησης, της ανεργίας, των μισθών, των εργασιακών σχέσεων, της εξασφάλισης της μεσο-μακροπρόθεσμης οικονομικής βιωσιμότητας και κοινωνικής αποτελεσματικότητας του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης (ΣΚΑ) και της εναλλακτικής κοινωνικο-οικονομικής και αναπτυξιακής στρατηγικής, η διοίκηση του ΙΝΕ, ο επιστημονικός διευθυντής και το επιστημονικό προσωπικό του ΙΝΕ θα θεωρήσουν ως θετική συμβολή, όχι μόνο την κατάθεση παρατηρήσεων αλλά και διαφορετικών προσεγγίσεων, σχετικά με την μεθοδολογία, τα στατιστικά στοιχεία, την ανάλυση των πτυχών του οικονομικού και κοινωνικού σχηματισμού στην Ελλάδα, την προοπτική της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης και την αναλογιστική τεκμηρίωση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του ΣΚΑ.