(από δημοσιεύματα στον αθηναϊκό τύπο και ιστοσελίδες)
Εκατοντάδες παιδιά χάθηκαν την περίοδο 1998-2002 από το Iδρυμα, όπου φιλοξενούνταν για να γλιτώσουν από τα κυκλώματα διακίνησης. «ΤΑ ΝΕΑ» ερεύνησαν τα αρχεία και αποκαλύπτουν τις συνθήκες που οδήγησαν στην εξαφάνισή τους.Ηταν 26 Ιουνίου 1999, μία από τις πιο ανήσυχες βραδιές στο Ιδρυμα Αγία Βαρβάρα. Ανά δύο ώρες η μοναδική επιμελήτρια της νυκτερινής βάρδιας έγραφε σε ένα παχύ τετράδιο. «Τα αλβανάκια του προγράμματος μαλώσανε πάλι. Μέχρι και σανίδες από τα κρεβάτια βγάλανε και παίξανε ξύλο. Δεν έπρεπε να είμαι με τέτοια παιδιά μόνη μου», σημείωσε στις 22.30. «Τα πιο μεγάλα δεν παίρνουν από λόγια. Χώρια που είναι πολύ επιθετικά προς το πρόσωπό μου», επανήλθε κατά τα μεσάνυχτα. «Πλέον βγήκα εκτός εαυτού. Ο,τι θέλουν κάνουν απόψε. Τρέχουν, ουρλιάζουν, παίζουν ξύλο, με κοροϊδεύουν. Αυτό πια δεν είναι βάρδια. Είναι η κόλαση του Δάντη», έγραψε τα ξημερώματα.
Εκείνο το βράδυ στον πρώτο όροφο του Ιδρύματος Αγία Βαρβάρα φιλοξενούνταν δέκα παιδιά των φαναριών. Το πρόγραμμα είχε αρχίσει σχεδόν πριν από έναν χρόνο με πρωτοβουλία τού τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης Φίλιππου Πετσάλνικου. Οι ανήλικοι επαίτες στους δρόμους της Αθήνα υπολογίζονταν τότε από την Αστυνομία στις 3.000. Θύματα κυκλωμάτων διακίνησης, τα περισσότερα παιδιά έπρεπε να διασωθούν και να σμίξουν με τις οικογένειές τους. Το πέρασμά τους από τη δομή της Αγίας Βαρβάρας στη Νέα Σμύρνη, που λειτουργούσε ως οικοτροφείο και επαγγελματική σχολή απροστάτευτων κοριτσιών εφηβικής ηλικίας, θα ήταν σύντομο. Για εκατοντάδες παιδιά όμως αποδείχτηκε ατελέσφορο.
Την περίοδο 1998-2002, σύμφωνα με πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη, 502 παιδιά διέφυγαν από το ίδρυμα. Τα περισσότερα το έσκασαν μόνα τους. Μερικά έπεσαν θύματα απαγωγής. Εκτοτε η τύχη τους αγνοείται. Αυτός ο αριθμός των χαμένων παιδιών όμως δεν είναι ακριβής. Στις λίστες εισόδου - εξόδου των παιδιών που επεξεργάστηκαν «ΤΑ ΝΕΑ» υπάρχουν καταγραφές των ίδιων ανηλίκων δύο και τρεις φορές καθώς το έσκαγαν, επέστρεφαν και ξαναέφευγαν μόνα τους. «ΤΑ ΝΕΑ» μέτρησαν 53 ονόματα που εμφανίζονται δύο, ακόμη και τρεις φορές στην ίδια λίστα με διαφορετικές ημερομηνίες εισόδου. Ο καθαρός αριθμός των αγνοούμενων παιδιών είναι 428. Η Μαριέττα Α. εμφανίζεται πρώτη φορά στη λίστα στις 2 Μαρτίου 1999 ως Ελληνίδα από τον Ασπρόπυργο. Το σκάει από τη μονάδα ύστερα από μία ημέρα. Το όνομά της επανέρχεται στη λίστα έπειτα από δύο μήνες, αυτή τη φορά όμως καταγράφεται ως Αλβανίδα. Περνάει έξι ημέρες στο ίδρυμα και μετά εξαφανίζεται.
Το 2004 ο Συνήγορος του Πολίτη στο πόρισμά του απέδωσε τη δυσλειτουργία του προγράμματος στην υποστελέχωση του ιδρύματος και στην πλημμελή φύλαξη των ανηλίκων. Το 2012 η Επιτροπή του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων ζήτησε από την Ελλάδα καταλογισμό πειθαρχικών και ποινικών ευθυνών για την υπόθεση. Και την περασμένη εβδομάδα, ύστερα από παρέμβαση του υπουργού Δικαιοσύνης Χαράλαμπου Αθανασίου, ανακινήθηκε το θέμα. Ο ίδιος δήλωσε ότι ο αριθμός των 502 παιδιών είναι αυθαίρετος. Οι δικαστικές Αρχές ανέσυραν τον φάκελο από το αρχείο και θα ξεκινήσουν έρευνα από μηδενική βάση.
ΑΘΕΑΤΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ. Δεκαπέντε χρόνια αφότου άνοιξε το Αγία Βαρβάρα την πύλη του στα παιδιά των φαναριών, «ΤΑ ΝΕΑ» φέρνουν για πρώτη φορά στο φως τις αθέατες ιστορίες του. Ερευνα της εφημερίδας στα αρχεία του προγράμματος (όσα διασώθηκαν καθώς μέρος τους καταστράφηκε από πλημμύρα μετά τη μεταφορά τους στο Κέντρο Προστασίας Παιδιού στο Καλαμάκι) φανερώνει τους λόγους που οδήγησαν στην εξαφάνιση των παιδιών.
Από το 1951 το Ιδρυμα Αγία Βαρβάρα στεγάζεται στο Ιωσηφόγλειο Ορφανοτροφείο στη Νέα Σμύρνη, σε ένα τριώροφο 3.000 τ.μ. Στις εγκαταστάσεις του λειτουργούσαν εργαστήρια αγγειοπλαστικής, ξυλουργικής, ραπτικής και κεντήματος για τα φιλοξενούμενα κορίτσια. Στις 10 Δεκεμβρίου 1998 όμως φθάνουν εκεί τα πρώτα παιδιά των φαναριών, 34 στο σύνολό τους. «Την πρώτη εβδομάδα εμφανίζονται ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, έως και η πρόεδρος του τότε Εθνικού Οργανισμού Πρόνοιας. Είχαμε και αστυνομική φύλαξη μόνο για τέσσερις ημέρες. Σταδιακά όλοι εξαφανίστηκαν και μείναμε εμείς», λέει εργαζόμενη στο ίδρυμα που ζήτησε να μη δημοσιοποιηθούν τα στοιχεία της. «ΤΑ ΝΕΑ» επικοινώνησαν και με άλλους τρεις πρώην συναδέλφους της, δύο στη σύνταξη και έναν σε διαθεσιμότητα. Κανένας δεν θέλησε να μιλήσει.
Βάσει του σχεδιασμού, το Αγία Βαρβάρα δεν θα σήκωνε μόνο του όλο το βάρος του προγράμματος. Αλλο κέντρο φιλοξενίας όμως που επρόκειτο να ανοίξει στο Παλαιό Φάληρο τελικά δεν λειτούργησε. Τα εργαστήρια ραπτικής και κεντήματος στο Αγία Βαρβάρα καταργήθηκαν και οι δασκάλες έγιναν επιμελήτριες. Χωρίς την κατάλληλη εμπειρία και εκπαίδευση έπρεπε να διαχειριστούν παιδιά-θύματα εκμετάλλευσης που συχνά δεν μιλούσαν ελληνικά. «Μόνο κρεβάτια και πετσέτες μάς έφεραν για τα παιδιά. Δουλεύαμε δεκαπέντε ημέρες συνεχόμενα, χωρίς ρεπό. Ζητούσαμε απελπισμένα άδεια και μας έλεγαν ότι δεν δίνει το πρόγραμμα», θυμάται εργαζόμενη.
Με τον καιρό η υπομονή των υπαλλήλων εξαντλούνταν. Ενδεικτικά είναι τα όσα γράφει εργαζόμενη στο ημερολόγιο των επιμελητών: «Αναρωτιέμαι πού είναι οι ''ορκισμένοι άνθρωποι'' του περίφημου προγράμματος των φαναριών. Προσωπικά, μου έχουν πει πως εγώ στη βάρδιά μου δεν θα έχω καμία δουλειά με τα παιδιά του πρώτου ορόφου».
Στο προσωπικό του ιδρύματος υπήρχε μόνο ένας φύλακας ανά βάρδια. Στις 21 Ιουνίου 1999 επιμελητής γράφει στο ημερολόγιο του ιδρύματος: «Ηρθαν οκτώ παιδιά από το Ανηλίκων και άλλα τρία μετά. Τρία το έσκασαν από το σπασμένο παράθυρο του πρώτου ορόφου κατά την ώρα που το προσωπικό έπαιζε ξύλο με τον μπαμπά άλλου παιδιού προκειμένου να μην το πάρει. Τράβαγε αυτός από έξω το παιδί και οι άλλοι από μέσα. Τελικά το πήρε». Εξι μήνες αργότερα εκείνο το παράθυρο δεν είχε φτιαχτεί. Επιμελήτρια έγραψε στο ημερολόγιο ότι «τα παράθυρα της σκάλας είναι τελείως ακατάλληλα. Την Τρίτη που θα έρθουν τα παιδιά των φαναριών θα φεύγουν με μεγάλη ευκολία».
Οι περισσότεροι ανήλικοι φαίνεται ότι έφευγαν από το ίδρυμα μόνοι τους, οικειοθελώς. Από την έρευνα των «ΝΕΩΝ» στις λίστες εισόδου-εξόδου προκύπτει ότι 19% των παιδιών που διέφυγαν την περίοδο 1998- 2002 από το ίδρυμα δεν πέρασαν ούτε μία νύκτα στις εγκαταστάσεις, ενώ το 40% όσων εξαφανίστηκαν έμεινε μόνο ένα βράδυ στους κοιτώνες του πρώτου ορόφου. Για 21 αγνοούμενα παιδιά οι επιμελητές δεν είχαν γράψει ημερομηνίες εισόδου-εξόδου στο αντίστοιχο βιβλίο.
Θύματα κακοποίησης και εκμετάλλευσης, οι περισσότεροι ανήλικοι χρειάζονταν ειδική μεταχείριση. Ενα παιδί φοβόταν ότι ήθελαν να τον δηλητηριάσουν και έτρωγε μόνο εάν δοκίμαζε το φαγητό πρώτα κάποιος υπάλληλος. Στις 7 Νοεμβρίου του 1999 άλλος ανήλικος έκανε απόπειρα αυτοκτονίας. Σκαρφάλωσε τη σιδερένια πόρτα που απομονώνει το δώμα, παραβίασε άλλη πόρτα που οδηγεί στην ταράτσα και απείλησε ότι θα πέσει. Με τη βοήθεια αστυνομικών και πυροσβεστών κατέβηκε.
Το γράμμα της Ροβένας
«Μου σώσατε τη ζωή»
Με ημερομηνία 10 Ιανουαρίου 2001 η Ροβένα Μ. ευχαριστούσε σε γράμμα της τις επιμελήτριες του Αγία Βαρβάρα. Είχε περάσει από το ίδρυμα και είχε μεταστεγαστεί στην Παιδόπολη Ιωαννίνων. «Εδώ στην παιδόπολη έχω βρει πολλές φίλες, όμως θα σας θυμάμαι για πάντα γιατί με έχετε βοηθήσει πολύ. Μου σώσατε τη ζωή», έγραψε, «γιατί άμα ήμουν στα φανάρια πρώτον δεν θα είχα ρούχα, δεύτερον δεν θα είχα φαγητό. Γιατί ο θείος μου με πήγε στα φανάρια».
(Πηγή tanea.gr)
Αίτημα προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές έχει υποβάλει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προκειμένου να ενημερωθεί διεξοδικά για όλα τα στοιχεία γύρω από την υπόθεση της εξαφάνισης 502 παιδιών Αλβανών Ρομά από το κρατικό ίδρυμα Αγία Βαρβάρα.
Όπως αναφέρει ο αρμόδιος υπουργός Χαράλαμπος Αθανασίου, σε έγγραφό του που διαβιβάστηκε στη Βουλή «μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στο υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ζήτησε να ενημερωθεί διεξοδικά γι' αυτό το ιδιαιτέρως ευαίσθητο, ζήτημα» και «ήδη, ζήτησε να πληροφορηθεί από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, αν για το ζήτημα έχει κινηθεί οποιαδήποτε ποινική διαδικασία και σε ποιο στάδιο βρίσκεται αυτή».
Το έγγραφο διαβιβάστηκε στη Βουλή μετά από ερώτηση της βουλευτού της ΔΗΜΑΡ, Μαρίας Γιαννακάκη, που επικαλούνταν παρατηρήσεις για την Ελλάδα από την Επιτροπή του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων την 1η Ιουνίου 2012 η οποία, μεταξύ άλλων, ανέφερε: «Υπόθεση Αγίας Βαρβάρας. Η Επιτροπή επαναλαμβάνει την προηγούμενη ανησυχία της, η οποία αφορά την περίπτωση των 502 από τα 661 Αλβανών Ρομά παιδιών του δρόμου, τα οποία σύμφωνα με πληροφορίες εξαφανίστηκαν, αφού τοποθετήθηκαν την περίοδο 1998- 2002 στο ελληνικό ίδρυμα για παιδιά Αγία Βαρβάρα και ιδιαίτερα ανησυχεί το γεγονός ότι αυτές οι περιπτώσεις δεν διερευνήθηκαν από τις αρχές του κράτους- μέλους.
Η Επιτροπή ζητάει επειγόντως από το κράτος- μέλος να συνεργαστεί με τις αλβανικές αρχές, με στόχο να δημιουργηθεί άμεσα ένας αποτελεσματικός μηχανισμός για να διερευνηθούν αυτές οι περιπτώσεις, έτσι ώστε να βρεθούν τα αγνοούμενα παιδιά, σε συνεργασία με τους Συνηγόρους του Πολίτη των δύο κρατών και με σχετικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και να καταλογισθούν οι πειθαρχικές και ποινικές ευθύνες των εμπλεκομένων, πριν η πάροδος του χρόνου δημιουργήσει δυσκολίες στην εξακρίβωση των γεγονότων. Η Επιτροπή συστήνει επίσης στο κράτος- μέλος να υιοθετήσει μια ολοκληρωμένη πολιτική για να καταπολεμήσει τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των παιδιών του δρόμου, ώστε να προλάβει επανάληψη τέτοιων περιστατικών στο μέλλον».
Γνωστή η υπόθεση από το 2004
Η βουλευτής είχε ζητήσει να ενημερωθεί από τον υπουργό Δικαιοσύνης και τον υπουργό Εξωτερικών σε ποιες ενέργειες προέβησαν μετά τη συνεδρίαση της Επιτροπής του ΟΗΕ, τον Μάιο του 2012, κατά την οποία η ελληνική αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Δικαιοσύνης, για το θέμα αυτό, είχε δηλώσει : «τον Απρίλιο του 2004, δημοσιεύθηκε έκθεση για την εξαφάνιση περίπου 500 παιδιών Ρομά αλβανικής καταγωγής που είχαν τοποθετηθεί στο Ίδρυμα Αγία Βαρβάρα και, το 2007, όλα τα έγγραφα και πληροφορίες για την υπόθεση προωθήθηκαν στις δημόσιες αρχές για τις ενέργειες τους. Όμως, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι έκτοτε δεν έγινε καμία ενέργεια».
Ο κ. Αθανασίου αναφέρει στο έγγραφό του προς την βουλευτή ότι, σύντομα, θα πληροφορηθεί τις ενέργειες στις οποίες θα προβεί, απευθυνόμενος στους αρμόδιους φορείς και σε συνεννόηση με τους συναδέλφους του, υπουργούς Εξωτερικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας.
Επιπλέον, ο υπουργός Δικαιοσύνης ενημερώνει ότι η αρμόδια Διεύθυνση Πρόληψης Εγκληματικότητας και Σωφρονιστικής Αγωγής Ανηλίκων του υπουργείου συμμετέχει στην εκπόνηση Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα από τη Γενική Γραμματεία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Διαφάνειας του υπουργείου Δικαιοσύνης, με συνεισφορά στην ενότητα «Δικαιώματα Παιδιού».
Επίσης, σε εξέλιξη βρίσκεται το πρόγραμμα «VICTOR» (Victims of Child Trafficking: our responsibility), με συντονιστικό φορέα το «Χαμόγελο του Παιδιού» και με Εταίρους: τη Διεύθυνση Πρόληψης Εγκληματικότητας και Σωφρονιστικής Αγωγής Ανηλίκων του υπουργείου Δικαιοσύνης ως ελληνική συμμετοχή, καθώς και τις Χώρες της Ρουμανίας, Βουλγαρίας και Σλοβενίας.
Ο κ. Αθανασίου ενημερώνει επίσης ότι έχουν υποβληθεί δύο ευρωπαϊκά προγράμματα προς έγκριση, με θέμα, πρώτον, ασυνόδευτα ανήλικα και δεύτερον, θυματοποίηση ανηλίκων.
(Πηγή imerisia.gr)
Στο προσκήνιο έρχεται και πάλι η υπόθεση της εξαφάνισης 500 παιδιών των φαναριών από το κρατικό ίδρυμα Αγία Βαρβάρα, μετά από ερώτηση της βουλευτού της Δημοκρατικής Αριστεράς Μαρίας Γιαννακάκη προς τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Εξωτερικών.
Τα παιδιά, στην πλειονότητά τους Ρομά αλβανικής καταγωγής, είχαν μεταφερθεί την περίοδο 1998 – 2001 στο ίδρυμα μέχρι να βρεθούν οι οικογένειές τους, αλλά τα ίχνη τους χάθηκαν.
Τα περισσότερα τα είχαν αρπάξει από τις οικογένειές τους ή τα εκμεταλλευόταν κάποιο μέλος της οικογένειάς τους. Στην ερώτησή της η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ επικαλείτο τις επικρίσεις που διατύπωνε σε βάρος των ελληνικών αρχών η Επιτροπή του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων, την 1η Ιουνίου 2012.
Η Επιτροπή επαναλάμβανε την ανησυχία της για την εξαφάνιση των παιδιών και ειδικά για το γεγονός ότι «αυτές οι περιπτώσεις δεν διερευνήθηκαν» από τις ελληνικές αρχές του κράτους- μέλους».
«Δεν υπάρχουν αποδείξεις»
Ο πρόεδρος του Χαμόγελου του Παιδιού, Κωνσταντίνος Γιαννόπουλος μιλώντας στο newpost, υποστήριξε ο πως ο αριθμός των αναφερόμενων ως «χαμένων» παιδιών είναι πλασματικός στην πραγματικότητα, καθώς όπως μας είπε δεν προκύπτει από πουθενά ο αριθμός αυτός αλλά ούτε και η αστυνομία επιβεβαιώνει τον αριθμό.
«Υπάρχουν ενδείξεις αλλά όχι αποδείξεις. Έτσι λοιπόν πηγαινοερχόντουσαν τα παιδιά στο ίδρυμα τα οποία φεύγανε, το έσκαγαν και με διαφορετικά ονόματα πηγαίνανε στα αστυνομικά τμήματα και βγάλανε έναν αριθμό που δεν καταλάβαμε πότε από πού προέκυψε και δεν μπορούν να απαντήσουν από πού βγαίνει αυτός ο αριθμός. Δεν μπόρεσε τελικά να αποδείξει κανείς ότι είναι 500 παιδιά με αποτέλεσμα αυτήν την στιγμή να απολογείται η Ελλάδα για την εξαφάνιση 500 παιδιών» είπε χαρακτηριστικά.
«Εκείνη την εποχή οι διακινητές ήταν πολύ ισχυροί»
Ο κ. Γιανόπουλος κάνοντας μια αναδρομή στην εποχή υποστήριξε πως οι διακινητές εκείνη την εποχή ήταν πολύ ισχυροί και λειτουργούσαν μαφιόζικα ενώ δεν παρέλειψε να πει πως το Χαμόγελο του Παιδιού είχε συγκρουστεί πολλές φορές με αυτά τα κυκλώματα.
«Την εποχή εκείνη οι διακινητές ήταν πολύ ισχυροί και λειτουργούσαν μαφιόζικα. Εμείς τους γνωρίζαμε και είχαμε συγκρουστεί πολλές φορές με αυτά τα κυκλώματα γιατί κάναμε τότε δουλειά στο δρόμο εμείς και είχαμε γνωρίσει από κοντά την μαφία αυτή» είπε καταλήγοντας.
Υπουργείο Δικαιοσύνης: «Θα έχουμε ενημέρωση από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές»
Ο υπουργός Δικαιοσύνης, Χαράλαμπος Αθανασίου απάντησε στην ερώτηση της κ. Γιαννακάκη, γνωστοποιώντας πως η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης έχει υποβάλει αίτημα προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, προκειμένου να ενημερωθεί διεξοδικά για όλα τα στοιχεία γύρω από την υπόθεση.
Όπως αναφέρει, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στο υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ζήτησε να ενημερωθεί διεξοδικά γι' αυτό το «ιδιαιτέρως ευαίσθητο, ζήτημα» και «ήδη, ζήτησε να πληροφορηθεί από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, αν για το ζήτημα έχει κινηθεί οποιαδήποτε ποινική διαδικασία και σε ποιο στάδιο βρίσκεται αυτή».
(Πηγή inews.gr)